Κεφαλαλγίες
Παραλλαγές ημικρανίας Κεφαλαλγία τάσης Αθροιστική κεφαλαλγία-Παροξυσμικές ημικρανίες Άλλες μορφές πρωτοπαθούς κεφαλαλγίας
Μικτού τύπου κεφαλαλγία Μεταδιασεισικό σύνδρομο Κεφαλαλγία λόγω χαμηλής πίεσης του ΕΝΥ
Άτυπη προσωπαλγία
Άλλες νευραλγίες |
ΗμικρανίαΗ ημικρανία είναι πρωτοπαθής κεφαλαλγία, επαναλαμβανόμενη, με σφύζοντα χαρακτήρα. Συνήθως είναι ετερόπλευρη, αλλά προσβάλλει και την αντίθετη πλευρά σε διαφορετικές συνήθως κρίσεις. Στα παιδιά η κεφαλαλγία είναι συχνότερα αμφοτερόπλευρη με μετωπιαία εντόπιση. Κρίσεις ημικρανίας παρουσιάζει το 18% περίπου των γυναικών και το 6% περίπου των ανδρών. Το 80% των ασθενών έχει τουλάχιστον έναν συγγενή 1ου βαθμού που πάσχει από ημικρανία. Ταξινόμηση ημικρανιών
Ημικρανία με παρατεταμένη αύρα Οικογενής ημιπληγική ημικρανία Βασική ημικρανία Ημικρανική αύρα χωρίς κεφαλαλγία Ημικρανία οξείας έναρξης χωρίς αύρα
Ημικρανικό έμφρακτο Διάγνωση της ημικρανίας Η ημικρανία δεν είναι μόνο μία κεφαλαλγία, αλλά ένα σύνδρομο με πολύ μεγάλη ποικιλία νευρολογικών και μη νευρολογικών συμπτωμάτων. Η διάγνωση της βασίζεται κυρίως στο ιστορικό. Μία ημικρανική κρίση χαρακτηρίζεται από τέσσερις φάσεις:
Η πρόδρομη φάση δεν υπάρχει σε κάθε κρίση. Συχνά κατά τη λήψη ενδελεχούς ιστορικού αναφέρονται κατά το 24ωρο πριν από την κρίση συμπτώματα όπως, ευερεθιστότητα, διέγερση, υπερδραστηριότητα και κατάθλιψη. Η αύρα είναι πιο εύκολα αναγνωρίσιμη και συνήθως ο ασθενής αναφέρει συμπτώματα αύρας χωρίς να ερωτηθεί. Διαρκεί από λίγα λεπτά έως μία ώρα πριν την εμφάνιση του πόνου. Συχνότερα είναι τα οπτικά συμπτώματα με σπινθηροβόλα σκοτώματα, γραμμές σε διάφορες μορφές και μαύρες ή χρωματιστές κηλίδες. Δεύτερο σε συχνότητα σύμπτωμα είναι οι παραισθησίες ή δυσαισθησίες που αρχίζουν συνήθως από τα δάκτυλα, ανεβαίνουν προς το βραχίονα και επεκτείνονται στο πρόσωπο, τα χείλη και τη γλώσσα. Ακολουθούν σε συχνότητα οι παροδικές διαταραχές της ομιλίας. Η φάση του πόνου διαρκεί από 4 έως 72 ώρες. Στο 60% των περιπτώσεων ο πόνος είναι ετερόπλευρος ή κυρίως ετερόπλευρος. Ο πόνος μπορεί να αλλάξει πλευρά σε διαφορετικές κρίσεις και σπανιότερα στη διάρκεια της ίδιας κρίσης. Κεφαλαλγία αμφοτερόπλευρης εντόπισης δεν αποκλείει τη διάγνωση της ημικρανίας. Επίσης ένας σφύζων πονοκέφαλος δεν είναι πάντοτε κρίση ημικρανίας. Η ένταση του πόνου είναι μέση προς σοβαρή και επιδεινώνεται σε κάθε δραστηριότητα που αυξάνεται η ενδοκρανιακή πίεση, όπως βήχας, φτάρνισμα, κατάκλιση ή ανέβασμα σε σκάλα. Σημαντικά είναι και τα συμπτώματα που συνοδεύουν την ημικρανία όπως η ναυτία και ο έμετος (τα συμπτώματα αυτά μαζί με κεφαλαλγία υπάρχουν και στην υπαραχνοειδή αιμορραγία και τη μηνιγγίτιδα). Μπορεί να αυξηθεί η αισθητηριακή πρόσληψη με φωτοφοβία, φωνοφοβία και με απέχθεια στις οσμές. Επίσης μερικές φορές αλλάζει η συμπεριφορά με τάση για απομόνωση σε σκοτεινό δωμάτιο. Η λεκτική επικοινωνία, η μνήμη καθώς και η συγκέντρωση μπορούν επίσης να επηρεασθούν. Συχνά τα συμπτώματα υποχωρούν μετά από ύπνο ή έμετο. Συνήθως εξαφανίζονται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η φάση της επαναφοράς (ανάρρωσης) διαρκεί από λίγες ώρες, έως λίγες ημέρες και χαρακτηρίζεται από αίσθημα κόπωσης και “αδειάσματος” και από μειωμένη διανοητική οξύτητα. Προδιαθεσικοί παράγοντες
Οργανικές βλάβες που μπορεί να υποδύονται ημικρανία α. Σταθερά ετερόπλευρα επεισόδια κεφαλαλγίας με ημικρανικούς χαρακτήρες χρήζουν διερεύνησης με απεικόνιση εγκεφάλου (MRI ή CT) και σε αμφίβολες περιπτώσεις με MRA, προς αποκλεισμό υποκείμενης αγγειακής δυσπλασίας. β. Η ημικρανία είναι πολύ συχνή κατάσταση και σε αρκετές περιπτώσεις συνυπάρχει με οργανικές καταστάσεις από τις οποίες πρέπει να διαφοροδιαγνωσθεί με απεικόνιση όπως:
δ. Η μηνιγγίτιδα εμφανίζεται με πυρετό, κεφαλαλγία, αυχενική δυσκαμψία και εξάνθημα. ε. Στο υποσκληρίδιο αιμάτωμα παρατηρούνται κεφαλαλγία με διανοητικές διαταραχές, ιδίως στους ηλικιωμένους, με ή χωρίς εστιακή νευρολογική σημειολογία. στ. Κεφαλαλγία με συνοδό οίδημα θηλής θέτουν σοβαρή υπόνοια καλοήθους ενδοκράνιας υπέρτασης, ιδίως σε νέες, παχύσαρκες γυναίκες και ιστορικό λήψης τετρακυκλινών. Διαφορική διάγνωση πρωτοπαθών κεφαλαλγιών
Θεραπεία ημικρανίας Η θεραπεία της ημικρανίας είναι απολύτως εξατομικευμένη και απαιτεί συνεργασία γιατρού - ασθενούς. Για κάθε ασθενή ξεχωριστά χαράσσεται μια στρατηγική η οποία υπακούει σε κάποιους βασικούς κανόνες, λαμβάνοντας όμως υπόψη και πολλούς άλλους παράγοντες. Η ημικρανία είναι χρόνια πάθηση με κρίσεις άλλοτε άλλης συχνότητας, έντασης, διάρκειας και με συνοδά συμπτώματα. Ο ίδιος ασθενής με την πάροδο των ετών παρουσιάζει μεταβολές στην κατάσταση της συνολικής του υγείας, έχει διαφορετική ανοχή στα αντιημικρανικά φάρμακα και λαμβάνει κατά καιρούς φαρμακευτική αγωγή για άλλες παθήσεις. Στις γυναίκες επίσης για τη χάραξη της στρατηγικής πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι μεταβολές στο ορμονικό τους status (καταμήνιος κύκλος, λήψη αντισυλληπτικών, εγκυμοσύνη, εμμηνόπαυση). Πρώτο μας μέλημα είναι η τεκμηρίωση της διάγνωσης. Να αποκλεισθεί με βεβαιότητα δευτεροπαθής κεφαλαλγία και να καθορισθεί ο τύπος της πρωτοπαθούς κεφαλαλγίας. Η θεραπεία πρέπει να έχει αποκλειστικό στόχο τις ανάγκες του ασθενούς, με τα λιγότερα δυνατά φάρμακα με τα οποία είναι απολύτως λειτουργικός. α. Συμπτωματική θεραπεία Φάρμακα με αντιημικρανική δράση είναι οι αγωνιστές της 5-HT1, οι ανταγωνιστές της ντοπαμίνης (μετοκλοπραμίδη, δομπεριδόνη, χλωροπρομαζίνη) και τα αντιπροσταγλαδινικά (μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη). Οι αγωνιστές της 5-HT1 διακρίνονται στους εκλεκτικούς που αφορούν την 5-HT1Β και 5-HT1D (τριπτάνες) και στους μη εκλεκτικούς (εργοταμίνη, διϋδροεργοταμίνη). Φαρμακοκινητική των αγωνιστών 5-HT1Β / 5-HT1D
Αρχικά αντιμετωπίζουμε κάθε ημικρανική κρίση σαν μεμονωμένο γεγονός. Σε ήπιας έντασης κρίση χορηγούμε το συντομότερο δυνατό στην αρχή της κρίσης απλά παυσίπονα (παρακεταμόλη) ή μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ασπιρίνη, νιμεσουλίδη, ναπροξένη, ιβουπροφαίνη, δικλοφενάκη) μόνα τους ή με συγχορήγηση μετοκλοπραμίδης. Σε μέτρια κρίση μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη με ή χωρίς μετοκλοπραμίδη ή/και μία τριπτάνη (σουματριπτάνη, ριζατριπτάνη, ζολμιτριπτάνη, φροβατριπτάνη, ναρατριπτάνη, ελετριπτάνη, αλμοτριπτάνη) και σε σοβαρή κρίση χορηγούμε μία τριπτάνη ή από το ορθό εργοταμίνη (δεν είναι διαθέσιμη στην Ελλάδα) και αντιεμετικό. Η συγχορήγηση ενός μη στεροειδούς αντιφλεγμονώδους πιθανόν να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της και να μειώσει την πιθανότητα υποτροπής. Σε μερικές περιπτώσεις είναι αποτελεσματική η ενδομυϊκή χορήγηση δικλοφαινάκης.
Η επιλογή της τριπτάνης που θα χορηγήσουμε βασίζεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε μιας και στις ανάγκες του ασθενούς. Όταν έχουμε απότομη έναρξη της κρίσης και θέλουμε γρήγορη δράση, η καλύτερη επιλογή είναι η ριζατριπτάνη ή η ελετριπτάνη. Αν έχουμε συχνή και γρήγορη υποτροπή είναι προτιμότερη η φροβατριπτάνη ή η ναρατριπτάνη που έχουν μεγαλύτερη ημίσεια ζωή. Οι παρενέργειες όλων των τριπτανών είναι παρεμφερείς (σφίξιμο στο λαιμό, τον θώρακα, στην κάτω γνάθο, τον αυχένα και τα άνω άκρα, παραισθησίες, αίσθημα θερμού ή ψυχρού και ζάλη). Σπάνια μπορεί να παρουσιασθεί στηθάγχη λόγω της αγγειοσύσπασης. Δεν πρέπει να χορηγούνται σε άτομα άνω των 65 ετών, όταν υπάρχει ιστορικό στεφανιαίας ή άλλης αγγειακής νόσου και με προσοχή σε καπνιστές και μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Δεν πρέπει να χορηγούμε δύο διαφορετικές τριπτάνες μέσα στο ίδιο 24ωρο. Στα περισσότερα περιστατικά όλες οι τριπτάνες έχουν παρεμφερή αποτελεσματικότητα και η επιλογή γίνεται σε συνεργασία με τον ασθενή, από τον οποίο πληροφορούμαστε σε ποια από τις τριπτάνες που έχει κατά καιρούς δοκιμάσει είχε την καλύτερη ανοχή και ποια είχε τα βέλτιστα αποτελέσματα. Επίσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συγχορήγηση άλλων φαρμάκων (η δόση της ριζατριπτάνης σε συγχορήγηση με προπρανολόλη πρέπει να μειώνεται στο μισό όπως και της ζολμιτριπτάνης με αντισυλληπτικά, κινολόνες και φλουβοξαμίνη, της ναρατριπτάνης με αντισυλληπτικά και στους καπνιστές και να αποφεύγεται η συγχορήγηση ελετριπτάνης με ερυθρομυκίνη, κλαριθρομυκίνη, κετοκοναζόλη και βεραπαμίλη). β. Προφυλακτική θεραπεία Προφυλακτική θεραπεία εφαρμόζεται όταν:
Φάρμακα που χρησιμοποιούνται για προφύλαξη της ημικρανίας:
Για την έναρξη της προφυλακτικής θεραπείας προϋπόθεση είναι η ακριβής διάγνωση, το λεπτομερειακό ιστορικό για συννοσηρότητα και λήψη άλλων φαρμάκων που πιθανόν αλληλεπιδρούν με τα αντιημικρανικά φάρμακα και η αποτυχία άλλων τεχνικών όπως η φυσική άσκηση, οι τεχνικές χαλάρωσης, οι διαιτητικές αλλαγές, η βελτίωση ύπνου και η αποφυγή έντονου stress.
Βασικός κανόνας για την προφυλακτική θεραπεία είναι η έναρξη της αγωγής με μικρές δόσεις και αργό ανέβασμα, όπως και η σταδιακή απόσυρση όταν ολοκληρωθεί η θεραπεία. Δεν πρέπει να αφήνουμε στον ασθενή να έχει υπερβολικές προσδοκίες για γρήγορη βελτίωση και πρέπει να δίνουμε πίστωση χρόνου τουλάχιστον τριών μηνών πριν σκεφθούμε για τροποποίηση της θεραπείας με αλλαγή φαρμάκου ή προσθήκη δεύτερου φαρμάκου. Για τη διάρκεια της προφυλακτικής θεραπείας δεν υπάρχουν γενικοί κανόνες. Συνήθως χορηγείται τουλάχιστον για έξι μήνες, αλλά σε επίμονες καταστάσεις μπορεί να διαρκέσει πολύ περισσότερο. Οι β-blockers είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικοί σε ασθενείς με συνοδό άγχος και υπέρταση. Μπορεί όμως να προκαλέσουν κόπωση, κατάθλιψη, διαταραχές μνήμης, σεξουαλική ανικανότητα στους άνδρες και ορθοστατική υπόταση. Έχουν απόλυτη αντένδειξη στο βρογχικό άσθμα και τη συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και δεν πρέπει επίσης να χορηγούνται σε ασθενείς με κατάθλιψη και χρονία κόπωση. Πρώτη επιλογή η προπρανολόλη. Η τοπιραμάτη τα τελευταία χρόνια έχει χρησιμοποιηθεί σαν πρώτης επιλογής προφύλαξη έναντι της ημικρανίας σε δόσεις από 50 έως 100mg ημερησίως. Η συνήθης δράση της αφορά βελτίωση της συχνότητας, έντασης και διάρκειας των κρίσεων με υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Προκαλεί διαταραχή στην όρεξη με απώλεια βάρους, ασβεστιουρία με πιθανή νεφρολιθίαση, μείωση του ασβεστίου του αίματος και απώλεια του ασβεστίου των οστών. Συνήθως προκαλεί απώλεια βάρους σε αδύνατα άτομα, τα οποία πρέπει να παρακολουθούν συστηματικά το βάρος τους και σε περίπτωση σημαντικής μείωσης χωρίς να επιδιωχθεί, το φάρμακο πρέπει να διακόπτεται. Έχει απόλυτη αντένδειξη σε ιστορικό νεφρολιθίασης, σε νεφρική ανεπάρκεια και σε κατάθλιψη. Έχουν ανεφερθεί περιστατικά που παρουσίασαν κατά τον πρώτο μήνα της θεραπείας με τοπιραμάτη οξεία μυωπία και οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας με μόνιμη απώλεια της όρασης σε σπάνιες περιπτώσεις. Ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται αν παρουσιάσει οποιοδήποτε πρόβλήμα από τα μάτια να διακόπτει την αγωγή μετά από συνεννόηση με τον γιατρό. Το βαλπροϊκό σε πολλές κλινικές μελέτες έχει παρεμφερή αποτελεσματικότητα με την προπρανολόλη όσον αφορά τη μείωση της συχνότητας και της έντασης των ημικρανικών κρίσεων. Έχει απόλυτη αντένδειξη σε ηπατική βλάβη και πρέπει να χορηγείται με αργή τιτλοποίηση για να αποφύγουμε τις συνήθεις παρενέργειες της έναρξης από το γαστρεντερικό με ναυτία και εμέτους. Η μέση ημερήσια δόση προφύλαξης είναι 500 έως 1500mg ημερησίως σε δύο ή τρείς δόσεις. Πιθανές παρενέργειες είναι κόπωση, τρόμος, αύξηση βάρους καί πτώση των μαλλιών. Καλό είναι να γίνει έλεγχος των ηπατικών ενζύμων και των επιπέδων του βαλπροϊκού σε τρεις μήνες από την έναρξη της θεραπείας και ακολούθως να ελέγχονται κάθε έξι μήνες. Το βαλπροϊκό δεν έχει καμία επίπτωση στο καρδιαγγειακό και πρέπει να θεωρείται καλή εναλλακτική λύση όταν δεν μπορούμε να χορηγήσουμε προπρανολόλη. Είναι θεραπεία πρώτης επιλογής όταν συνυπάρχει κατάθλιψη ή διπολική διαταραχή. Η γκαμπαπεντίνη έχει δοκιμασθεί σε διάφορα αλγεινά σύνδρομα και έχει άριστα αποτελέσματα σε όλων των ειδών τις νευραλγίες. Στην ημικρανία υπάρχουν μελέτες που δείχνουν αποτελεσματικότητα σε δοσολογίες που φθάνουν μετά από αργή τιτλοποίηση τα 2400mg ημερησίως. Επίσης είναι το ίδιο αποτελεσματική με την προπρανολόλη στον ιδιοπαθή τρόμο. Έχει πολύ καλό προφίλ ανεπιθύμητων ενεργειών και είναι καλή εναλλακτική λύση όταν δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί, προπρανολόλη, βαλπροϊκό και τοπιραμάτη. Η φλουναριζίνη χρησιμοπoιείται για προφύλαξη από ημικρανικές κρίσεις και σε ίλιγγο. Είναι αρκετά αποτελεσματική και καλά ανεκτή. Δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με ιστορικό κατάθλιψης ή Ν. Πάρκινσον. Σημαντικότερες παρενέργειες είναι η αύξηση βάρους και η υπνηλία και σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη ή εξωπυραμιδικά συμπτώματα παρκινσονικού τύπου, ιδίως σε ηλικιωμένους. Δεν πρέπει να χορηγείται συνεχώς πέραν των έξι μηνών. Συνήθης δοσολογία είναι 10mg σε μία νυκτερινή δόση για τους κάτω των 65 ετών και 5mg για τους άνω των 65 ετών. Η βεραπαμίλη είναι το φάρμακο εκλογής για πρόληψη υποτροπών στην αθροιστική κεφαλαλγία. Έχει μικρότερη αποτελεσματικότητα από τη φλουναριζίνη στην προφύλαξη από ημικρανικές κρίσεις. Ίσως να έχει τα καλύτερα αποτελέσματα στους ασθενείς με παρατεταμένη αύρα και θα άξιξε τον κόπο να δοκιμασθεί σ' αυτούς τους ασθενείς, ιδίως αν είναι υπερτασικοί και έχουν αντένδειξη για β-blockers (αν συνυπάρχει βρογχικό άσθμα ή σ. Raynaud). Η ναπροξένη δοκιμάσθηκε για την προφύλαξη των ημικρανικών κρίσεων και η αποτελεσματικότητα της δεν ήταν ανάλογη των β-blockers και του βαλπροϊκού. Επίσης η μακροχρόνια θεραπεία προκάλεσε πεπτικά έλκη και δυσπεψία. Ίσως είναι χρήσιμη για μικρής διάρκειας προφυλακτική θεραπεία στις γυναίκες γύρω από τις ημέρες της περιόδου. Τα αντικαταθλιπτικά, ιδίως τα τρικυκλικά έχουν ευρέως χρησιμοποιηθεί για προφύλαξη της ημικρανίας και της κεφαλαλγίας τάσεως. Το πιο διαδεδομένο τρικυκλικό αντικαταθλιπτικό είναι η αμιτριπτυλίνη σε δοσολογία 10 έως 150mg ημερησίως. Η αντικαταθλιπτική δράση της αμιτριπτυλίνης προστίθεται στην αντιημικρανική, η οποία φαίνεται ότι είναι ανεξάρτητη. Είναι χρήσιμη σε ασθενείς με πολύ συχνές κρίσεις, σε ασθενείς που κάνουν κατάχρηση αναλγητικών, σε ασθενείς με συνοδό αϋπνία, σε ασθενείς με κεφαλαλγία τάσεως στα ενδιάμεσα διαστήματα μεταξύ των ημικρανικών κρίσεων, στη χρόνια καθημερινή κεφαλαλγία και όταν υπάρχει συνοδός κατάθλιψη. Ο συνδυασμός με προπρανολόλη είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός όταν συνυπάρχει κατάθλιψη, άγχος και αϋπνία. Συνεχής χορήγηση προφυλακτικής θεραπείας είναι απαραίτητη όταν οι κρίσεις είναι πολύ συχνές και όταν υπάρχει κεφαλαλγία τάσεως στα ενδιάμεσα των κρίσεων διαστήματα. Ενώ περιορισμένης διάρκειας προφυλακτική θεραπεία χορηγείται στη καταμήνιο ημικρανία και στις περιπτώσεις που προκαλείται μόνο όταν επισκέπτεται ο ασθενής τόπους με μεγάλο υψόμετρο. Επίσης επεισοδιακή χορήγηση προφυλακτικής θεραπείας γίνεται στις περιπτώσεις που έχει ταυτοποιηθεί συγκεκριμένη αιτία, όπως π.χ. κεφαλαλγία που προκαλείται από άσκηση ή σεξουαλική δραστηριότητα, όπου μπορεί να χορηγηθεί προληπτικά προπρανολόλη ή ινδομεθακίνη. Στη χρόνια ημικρανία με περισσότερες από δεκαπέντε κρίσεις μηνιαίως που δεν ανταποκρίνονται στις συμβατικές θεραπείες, έχει χρησιμοποιηθεί με καλά αποτελέσματα ενδομυϊκή ή υποδόρια χορήγηση αλλαντικής τοξίνης Α μετωπιαία, κροταφικά και αυχενοϊνιακά. Οι εγχύσεις δεν απαιτούν ΗΜΓραφική καθοδήγηση. Ο μηχανισμός δράσης είναι άγνωστος, αλλά θεραπεία με 150-200 μονάδες ήταν σημαντικά υπέρτερη του placebo σε διπλή-τυφλή μελέτη. Οι εγχύσεις συνήθως επαναλαμβάνονται κάθε τρεις μήνες. Ημικρανία και ορμονικές μεταβολές στη γυναίκα Η ημικρανία σχετίζεται με τις μεταβολές των επιπέδων των οιστρογόνων και πιθανώς της προγεστερόνης. Οι ημικρανικές κρίσεις στις γυναίκες παρουσιάζουν αλλαγές στη συχνότητα και τη βαρύτητα τους στην εμμηναρχή, κατά τη διάρκεια της περιόδου ή στο μέσο του κύκλου, κατά την εγκυμοσύνη και το θηλασμό καθώς και μετά την εμμηνόπαυση. Επίσης ρόλο παίζουν και οι τεχνητές μεταβολές των επιπέδων των ορμονών με τη χρήση αντισυλληπτικών. Μερικές γυναίκες παρουσιάζουν ημικρανικές κρίσεις μόνο κατά τη διάρκεια της περιόδου ή μέχρι 2 ημέρες πριν και 3 ημέρες μετά την περίοδο (αμιγής καταμήνιος ημικρανία). Θεραπευτικά αντιμετωπίζονται με μια τριπτάνη γρήγορης δράσης. Στις περιπτώσεις που υπάρχει επανεμφάνιση την επόμενη και την μεθεπόμενη ημέρα, έχει δοκιμασθεί σε γυναίκες με σταθερό κύκλο, προφυλακτική θεραπεία μικρής διάρκειας με εξαιρετικά αποτελέσματα. Χορηγείται καθημερινά φροβατριπτάνη, δύο ημέρες πριν την περίοδο και επανάληψη της δόσης για 3 έως 5 ημέρες ανάλογα με την περίπτωση. Εναλλακτικά μπορεί για το ίδιο χρονικό διάστημα να χορηγηθεί ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες. Μερικές φορές είναι χρήσιμο να χορηγηθεί προληπτικά μαγνήσιο. Η συχνότητα των ημικρανικών κρίσεων αυξάνει κατά το προεμμηνοπαυσιακό χρονικό διάστημα λόγω των ορμονικών διακυμάνσεων. Οι μελέτες δεν έχουν ομοφωνία για πιθανό ρόλο της εμμηνόπαυσης ή της ορμονικής υποκατάστασης στις ημικρανικές κρίσεις. Είναι προτιμότερο να περιμένουμε την πορεία της κάθε μιας περίπτωσης και να χορηγούμε προφυλακτική θεραπεία αναλόγως. Οι τριπτάνες πρέπει να χορηγούνται με προσοχή, ιδιαίτερα σε γυναίκες με προδιαθεσικούς παράγοντες αγγειακού κινδύνου (π.χ. κάπνισμα κλπ). Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης οι ημικρανικές κρίσεις περιορίζονται συνήθως σε λίγες μόνο προσβολές στο 2ο και 3ο τρίμηνο της κύησης. Τα αντιημικρανικά φάρμακα δεν έχουν σαφή τεκμηρίωση γι' αυτό γενικά συνιστάται η αποφυγή τους. Συνιστάται η χορήγηση βιταμίνης Β2 και μαγνήσιου. Αν η ασθενής επιμένει να λάβει φαρμακευτική αγωγή μπορούμε να χορηγήσουμε παρακεταμόλη (με ή χωρίς καφεΐνη) και μικρές δόσεις οπιοειδών, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ιβουπροφένη, ναπροξένη) σε μικρές δόσεις κατά το 1ο και 2ο τρίμηνο, να αποφύγουμε κατά το δυνατόν τις τριπτάνες, να χορηγήσουμε για αντιεμετικό μετοκλοπραμίδη ή ονδανσετρόνη, μικρές δόσεις στεροειδών κατά το 2ο και 3ο τρίμηνο, καλή ενυδάτωση και να συστήσουμε ανάπαυση. Τα ίδια φάρμακα που επιτρέπονται στην εγκυμοσύνη μπορούν να χορηγηθούν και κατά το θηλασμό, καθώς επίσης και η σουματριπτάνη. |